Ο Κώστας Αρβανίτης μιλά στους SuperGreeks για τη νέα εποχή της τηλεργασίας, τους άνισους μισθούς μεταξύ ανδρών-γυναικών, την αντιμετώπιση των προσφύγων από την Ε.Ε. αλλά και την ελευθερία των ΜΜΕ

Ο Κώστας Αρβανίτης, ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 και μέλος της Ευρωομάδας της Αριστεράς στο Ευρωκοινοβούλιο γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Σεπόλια Αττικής και από νωρίς οργανώθηκε στην ΚΝΕ και μετά στο ΚΚΕ μέχρι την διάσπαση του 1991. Ως δημοσιογράφος έχει διατελέσει παρουσιαστής, αρχισυντάκτης και ραδιοφωνικός παραγωγός, δουλεύοντας σε Μέσα όπως η ΕΡΤ, το Mega, το ΕΘΝΟΣ και το ραδιόφωνο «Στο Κόκκινο».

Ως μέλος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) και αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (EMPL), ο ευρωβουλευτής μιλά στους SuperGreeks για την ανταπόκριση της Ευρωπαίκής Ένωσης στην τηλεκπαίδευση και την τηλεργασία, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των δύο φύλων την αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος αλλά και για την ελευθερία των ΜΜΕ εντός και εκτός των συνόρων μας.

Η συνέντευξη των SuperGreeks στoν ευρωβουλευτή πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των συνεντεύξεων που θα ακολουθήσουν με όλους τους Έλληνες ευρωβουλευτές.

Οι SuperGreeks δίνουν βήμα στους ευρωβουλευτές μας, για να μας ενημερώσουν για την ατζέντα τους στην Ευρωπαϊκή βουλή.

Η πανδημία του κορωνοϊού μας “ανάγκασε” κατά κάποιο τρόπο να αποκτήσουμε πιο γρήγορα ορισμένες ψηφιακές δεξιότητες, καθώς η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση έγιναν οργανικό και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Θεωρείτε ότι είναι έτοιμη η ΕΕ να ανταποκριθεί στην ψηφιοποίηση της κοινωνίας;

Για να απαντήσω επαρκώς σ’ αυτή την ερώτηση, θα πρέπει να κάνουμε έναν ηλικιακό διαχωρισμό. Οι ψηφιακές δεξιότητες της γενιάς των Millennials και όλων των γενεών που ακολούθησαν ήταν ήδη παρούσες και υπερεπαρκείς. Επειδή όμως στα θεσμικά όργανα της Ευρώπης το ηλικιακό φάσμα εκτείνεται στις γενιές που προηγούνται, τα δύο καινοφανή πρωτόκολλα που αναφέρετε, η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση θα μπορούσαμε να πούμε ότι έπιασαν, τρόπον τινά, την Ευρωπαϊκή Ένωση στον ύπνο.

Δεν θα πω ότι η Ευρώπη δεν ανταποκρίθηκε αρκετά γρήγορα και με συντονισμένες λύσεις. Θα πω όμως ότι οι έκτακτες συνθήκες δεν επέτρεψαν το περιθώριο μιας περιόδου δοκιμών, μιας μεταβατικής φάσης όπου θα εφαρμόζαμε ένα υβριδικό μοντέλο για να καταλάβουμε, στην πράξη, τι λειτουργεί και τι όχι. Όχι μόνο σε πρακτικά ζητήματα αλλά και σε ζητήματα που άπτονται της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, των προσωπικών δεδομένων, της εξασφάλισης από την έκρηξη της διαδικτυακής απάτης και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. 

Γι’ αυτό και στις επιτροπές που διαχειρίζονται αυτά τα ζητήματα, είχαμε να αντιμετωπίσουμε πολλές προκλήσεις θωράκισης και εκδημοκρατισμού του ψηφιακού περιβάλλοντος. Στο εργασιακό κομμάτι, για παράδειγμα, έγινε γρήγορα σαφές ότι η ΕΕ δεν είχε το θεσμικό/κανονιστικό πλαίσιο για την ευρεία εφαρμογή της τηλεργασίας που επέβαλε η ιστορική συνθήκη της πανδημίας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλυψε γρήγορα νομοπαρασκευαστικά το συγκεκριμένο κενό, και νομοθέτησε για τη ρύθμιση του τοπίου της τηλεργασίας και την προστασία των εργαζομένων. Όμως και εδώ, οι πιέσεις των ενώσεων εργοδοτών, οδήγησαν στο να καθυστερήσει η εφαρμογή του συγκεκριμένου πλαισίου για τρία χρόνια. Εν προκειμένω, δηλαδή, δεν τίθεται μόνο θέμα ετοιμότητας της Ε.Ε. συνολικά, αλλά και προθυμίας των επιμέρους συστατικών της.

Σήμερα, πολλά χρόνια από την πρώτη εφαρμογή του GDPR που γνωρίζουν πλέον ακόμα και οι πιο αμύητοι στα “ευρωπαϊκά ζητήματα,” έχουμε θέσει και εξακολουθούμε να μελετάμε πολλές ακόμα συνθήκες και συμφωνίες. Όχι “για να ψηφιοποιήσουμε την κοινωνία μας”. Αυτό συμβαίνει ήδη – και μάλιστα δεν ξεκίνησε χθες· αποτελεί πραγματικότητα εδώ και χρόνια. . Ο δικός μας στόχος είναι, αυτή η ψηφιοποίηση της κοινωνίας να μην αφήσουμε να γίνει ένα εργαλείο που θα συντρίψει τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο εργαζόμενο, τον άνθρωπο σπουδαστή, τον άνθρωπο που αξιώνει τον δημόσιο λόγο του μέσα από τις ψηφιακές πλατφόρμες, αναγνωρίζοντας την τεχνολογική εξέλιξη ως συστατικό στοιχείο της ζωής και όχι ως σωτήριο ή ταραχοποιό παράγοντα.

Παρά τις προσπάθειες, το μισθολογικό χάσμα ανάμεσα στα δύο φύλα εξακολουθεί να  υφίσταται. Που θεωρείτε ότι οφείλεται αυτό; Πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί;

Σωστά το τοποθετείτε. Το διαβόητο “Gender Pay Gap” στο οποίο αναφέρεστε δεν είναι κάτι που έχει αφήσει ασυγκίνητα τα όργανα της ΕΕ. Παρά τις προσπάθειες όμως, ο ρυθμός υποχώρησής του πολύ απέχει από το να χαρακτηριστεί ικανοποιητικός. Είναι ένα πρόβλημα βαθύ, συστημικό και αντανακλά τις βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις μιας κοινωνίας που μπορεί να βαυκαλιζόμαστε ότι έχουμε αφήσει πίσω μας, όμως η πραγματικότητα μας διαψεύδει συνεχώς. Υπάρχει η τάση η σημαντική κοινωνική πρόοδος προς την ισότητα των φύλων, να εκλαμβάνεται ως δεδομένη, όμως η αλήθεια είναι ότι η ακραία, συντηρητική Δεξιά που έχει αναλάβει τα ηνία σε σημαντικό αριθμό Κρατών-Μελών θέτει τις κατακτήσεις των αγώνων του γυναικείου κινήματος σε αμφισβήτηση. Και αν κάποιος αμφιβάλλει για αυτό, δεν χρειάζεται να φτάσει στην ουσιαστική απαγόρευση των αμβλώσεων στην Πολωνία, για παράδειγμα, μπορεί να δει και τον βαθιά αντιδραστικό και οπισθοδρομικό πρόσφατο νόμο Μητσοτάκη για τη «Συνεπιμέλεια». 

Συγκεκριμένα για το μισθολογικό φάσμα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι στον κόσμο των επιχειρήσεων επικρατεί η αντιδραστική (όσο και άρρητη) άποψη ότι οι γυναίκες κοστίζουν περισσότερο, συνεπώς είναι λογικό να αμείβονται λιγότερο. Ή ότι είναι λιγότερο ικανές να διεκδικήσουν ίσα εργασιακά δικαιώματα με τους άντρες συναδέλφους τους. Αυτή η άποψη, από τη μία εδράζεται σε έναν συντηρητικό, καθαρά σεξιστικό πυρήνα που υπάρχει στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, από την άλλη συχνά-πυκνά ενισχύεται από αναχρονιστική προπαγάνδα όπως αυτή που βιώσαμε πολύ πρόσφατα στην Ελλάδα, με το «συνέδριο γονιμότητας»,  όπου ιερείς και κυβερνητικά στελέχη θα συγκεντρώνονταν για να υποδείξουν στη σύγχρονη γυναίκα πως δεν θα ολοκληρωθεί ως προσωπικότητα αν «μέχρι τα 40 δε γίνει μάνα». Είναι προφανές, πως η -άτυπη αλλά ουσιαστική- συντήρηση τέτοιων κατάπτυστων απόψεων είναι προς το συμφέρουν επιχειρήσεων που λειτουργούν με γνώμονα το κέρδος.

Όσο κι αν απομακρυνθεί η σύγχρονη κοινωνία από τα μουσειακά πρότυπα του διαχωρισμού των δύο φύλων, ένα ισχυρό κίνητρο διατήρησης του μισθολογικού χάσματος θα παραμείνει ζωντανό – εκτός αν κάνουμε κάτι. Και αυτό το θεσμικό «κάτι» για την Αριστερά στο Ευρωκοινοβούλιο είναι να νομοθετήσουμε την εξάλειψη του μισθολογικού χάσματος με όσο πιο σαφή και αυστηρό τρόπο γίνεται. Όλα τα άλλα είναι ευχολόγια και περιστροφές. 

Δεχόμαστε παθητικά ένα πλάνο, ευρωπαϊκής επινόησης και ελληνικής αποδοχής, που μετατρέπει την Ελλάδα σε συνοριακή φυλακή της Ευρώπης

Ποιες είναι οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στην ΕΕ; Έχουν πρόσβαση στην υγεία, την εκπαίδευση και την αγορά εργασίας;

Οι πρόσφυγες στην ΕΕ είναι – μου θυμίζετε τώρα μια φράση που άκουσα κάποτε από έναν εθελοντή στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα – “ευγενώς ανεπιθύμητοι”. Ως Ευρωπαίοι πολίτες έχουμε συνομολογήσει μια σειρά από διακηρύξεις και συνθήκες για τον σεβασμό και την προστασία της ανθρώπινης ζωής, έχουμε αναλάβει τη δέσμευση να υποθάλπουμε αυτούς τους ανθρώπους που ξεριζώνονται από την πατρίδα τους για να αποφύγουν το χειρότερο· και ο ξεσπιτωμός είναι ήδη κάτι αφόρητα φρικτό – αλλά στην πραγματικότητα, μεγάλο μέρος της της Ευρώπης θα ήθελε να υπήρχε ένα τεράστιο χαλί κάτω από το οποίο θα μπορούσαμε να τους σαρώσουμε και να ξεχάσουμε όλη αυτή τη “δυσάρεστη ιστορία του προσφυγικού”. 

Μια ιστορία – έχετε υπόψιν σας – για την οποία η Ευρώπη είναι συνυπεύθυνη. Γιατί η προσφυγιά έχει από πίσω της τον πόλεμο, την οικονομική αφαίμαξη ή συνηθέστερα και τα δύο. Και δεν είμαστε καθόλου αθώοι, ως Ευρωπαίοι, ούτε για το (όχι και τόσο) μακρινό αποικιοκρατικό παρελθόν μας, ούτε για το ελαφρώς παραλλαγμένο παρόν που το αντικατέστησε.

Οι πρόσφυγες στην ΕΕ έχουν θεωρητικά πρόσβαση σε όλες τις συνθήκες που ορίζουν την αξιοπρεπή ανθρώπινη διαβίωση. Συνοδεύονται όμως πάντοτε από το στίγμα του “ανεπιθύμητου ξένου” και από αυτό είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγούν, όσο χρήμα κι αν ρίξει στην αγορά ο Διεθνής Οργανισμός για τη Μετανάστευση. 

Στην Ελλάδα, η διαχείριση του προσφυγικού από την παρούσα κυβέρνηση έχει τύχει τόσων παλινωδιών και τέτοιας απουσίας σχεδιασμού που έχουμε φτάσει στο σημείο, παρά τις έντονες αντιδράσεις της κοινωνίας και της αντιπολίτευσης, να δεχόμαστε παθητικά ένα πλάνο, ευρωπαϊκής επινόησης και ελληνικής αποδοχής, που μετατρέπει την Ελλάδα σε συνοριακή φυλακή της Ευρώπης. Φυλακή για πρόσφυγες με πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες επαναπροώθησης εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν από ότι ελεύθερης μετακίνησης στις άλλες χώρες της Ευρώπης. 

Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι, ενώ η πρόσβαση στην υγεία, την εκπαίδευση και την αγορά εργασίας για όσους κατόρθωσαν να βρεθούν στον προορισμό τους είναι πολύ σημαντικές, το πιο θεμελιώδες πρόβλημα, το ζοφερό σκηνικό κατασκευής και λειτουργίας στρατοπέδων συγκέντρωσης στην Ελλάδα, που προτείνει η Κομισιόν στο νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης, και πρόθυμα υλοποιεί η Ελληνική κυβέρνηση, παραμένει! Ας δούμε πρώτα τι θα κάνουμε με την ηθική και νομική υποχρέωσή μας απέναντι στην ανθρωπότητα – μια υποχρέωση που προβάλλεται στη μορφή του κάθε πρόσφυγα που θαλασσοπνίγεται στο Αιγαίο – και μετά θα λύσουμε τα προβλήματα ενσωμάτωσής τους στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. 

Η δική μας θέση πάνω στο θέμα είναι σαφής, όσο και απλή: Άμεση και ισότιμη μετεγκατάσταση σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ και βέβαια όχι επιστροφές που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των ανθρώπων, όπως σχεδιάζει το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, που πρόσφατα μας ενημέρωσε ότι θεωρεί την Τουρκία ασφαλή τρίτη χώρα…

Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και τα πιο ακραία φαινόμενα περιστολής της ελευθερίας του Τύπου, δεν σταματάνε με κάποιον μαγικό τρόπο έξω από τα δικά μας σύνορα.

Έχετε ασχοληθεί και με την ενίσχυση της ελευθερίας στα Ευρωπαϊκά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Υπάρχει ελευθερία του λόγου και πολυφωνία ή θυσιάζονται όλα στο βωμό του χρήματος και των συμφερόντων;

Στην Ελλάδα, ο κόσμος των ΜΜΕ ανήκει, σχεδόν αποκλειστικά, σε επιχειρηματίες που δεν είχαν καμία παραδοσιακή σχέση με τον Τύπο ή τα άλλα μέσα ενημέρωσης προτού αγοράσουν – κυριολεκτικά – αυτό το προνόμιο. Ούτε ο πιο αφελής υποστηρικτής τους δεν πιστεύει (δεν τολμάει καν να το ισχυριστεί δημόσια) λοιπόν ότι ο λόγος εμπλοκής τους με τα ΜΜΕ δεν είναι χρησιμοθηρικός ή πιο σωστά «χρυσοθηρικός» 

Η χώρα μας κινείται λίγο πιο πάνω από τον πάτο του βαρελιού, σε ό,τι αφορά την ελευθερία του Τύπου στην Ευρώπη. Η εμπιστοσύνη των πολιτών στα λεγόμενα «παραδοσιακά ΜΜΕ» έχει χτυπήσει ναδίρ. Το ιερό καθήκον της ενημέρωσης έχει μετατεθεί στις ιστοσελίδες – φυσικά και εκεί με πενιχρά αποτελέσματα γιατί και το διαδίκτυο είναι, εδώ και δεκαετίες, πεδίο επιχειρηματικής δράσης (εσείς το ξέρετε καλύτερα από τον καθένα). Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και τα πιο ακραία φαινόμενα περιστολής της ελευθερίας του Τύπου, δεν σταματάνε με κάποιον μαγικό τρόπο έξω από τα δικά μας σύνορα. Πλέον οδυνηρό παράδειγμα την τραγική δολοφονία, μέρα μεσημέρι του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, συμβάν που έθεσε την Ελλάδα στο μικροσκόπιο των αρμοδίων επιτροπών του Ευρωκοινοβουλίου.

Αλλά και η Ευρώπη συνολικά δεν πάει πολύ καλύτερα. Δολοφονίες δημοσιογράφων που αποκαλύπτουν διαπλοκή μαφιόζων και αρχηγών κυβερνήσεων, εργασιακή τρομοκρατία, εκφοβισμός μαρτύρων, το τοπίο είναι πολύ μαύρο και πολύ εχθρικό απέναντι στην αλήθεια της ενημέρωσης. 

Τα όργανα της ΕΕ το γνωρίζουν αυτό. Πρόσφατα ασχοληθήκαμε με την δημιουργία ενός πλαισίου νομικής προστασίας των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος ή “whistle blowers,” όπως έχει επικρατήσει να τους λέμε, γιατί η διαφθορά στην νομοθετική εξουσία και η διαφθορά στην εξουσία του Τύπου πάνε χέρι-χέρι. 

Η διαφάνεια στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων της ενημέρωσης είναι κάτι που μας έχει απασχολήσει επίσης σοβαρά. 

Ωστόσο, πρέπει να παραδεχτώ ότι χωρίς την άμεση εμπλοκή της κοινωνίας των πολιτών, όλες αυτές οι πρωτοβουλίες της ΕΕ έχουν πολλές πιθανότητες να πέσουν στο κενό. Εμείς πάντα λέμε ότι ο πολίτης πρέπει να αποστραφεί τη συστημική προπαγάνδα και να διατηρεί το δικαίωμα να αμφισβητεί οτιδήποτε θέσφατο προέρχεται από το κατεστημένο των ΜΜΕ. Ότι πρέπει να γνωρίζει να διακρίνει τα fake news και ότι κανείς δεν κάνει τίποτα για το τίποτα. Το παλιό δημοσιογραφικό μόττο, “follow the money” παραμένει πάντα επίκαιρο… 

Υπάρχει ουσιαστική ελευθερία του λόγου στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ή μήπως υπάρχουν και εκεί μερικές, μικρές παγίδες;

Ποια Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης; Αυτά που είναι, στην πραγματικότητα, εταιρείες με τον δεύτερο και τρίτο υψηλότερο παγκόσμιο τζίρο τα τελευταία δέκα χρόνια; Αυτά που έχουν εξαγοράσει (επιθετικά ή όχι) οτιδήποτε θα μπορούσε να απειλήσει τη μονοπωλιακή κυριαρχία τους; Αυτά που έχουν θεσπίσει δικούς τους κανόνες (τους μηχανισμούς των οποίων δε γνωρίζουμε καν) και επιλέγουν μόνα τους τα όργανα ελέγχου του περιεχομένου τους (ούτε κι εδώ ξέρουμε με ποια κριτήρια και ποιες εγγυήσεις ποιότητας);

Αν μιλάμε για αυτά, τα πολύ γνωστά Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, οι επικεφαλής των οποίων εμφανίζονται απολογούμενοι όλο και συχνότερα στις ερευνητικές επιτροπές του Κογκρέσου των ΗΠΑ, η απάντηση είναι ότι “πρόκειται για ρητορικό ερώτημα”. 

Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης επιτελούν έναν πολύ κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, και ανήκουν σε επιχειρηματίες που έχουν να κερδίσουν από αυτή τη λειτουργία. Ο απλούστερος τρόπος να το πετύχουν αυτό είναι με τις στοχευμένες διαφημίσεις. Οι άλλοι, λιγότερο φανεροί τρόποι, οι σκιώδεις προσφερόμενες μεθοδολογίες για την δια της πλαγίας οδού επέμβαση της ίδιας της πλατφόρμας στη δημόσια σφαίρα, είναι ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν την Ευρώπη έντονα και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν. 

Πολύ μελάνι έχει χυθεί γύρω από τα ταξίδια εντός ΕΕ και το Ψηφιακό Πράσινο Πιστοποιητικό. Ποιες είναι οι δικές σας θέσεις σχετικά με αυτό το θέμα;

Το ψηφιακό πιστοποιητικό είναι μία χρήσιμη, ολοκληρωμένη λύση. Θα μπορούσε εύκολα να μετατραπεί σε ένα ψηφιακό διαβατήριο με ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και σοβαρούς κινδύνους διαρροής τους. Υπήρξαν τέτοιες προτάσεις. Αφελείς; Υστερόβουλες; Ας το κρίνει ο Ευρωπαίος πολίτης αυτό. Εμείς, μέσα από τις αρμόδιες επιτροπές του Ευρωκοινοβουλίου κάναμε ό,τι μπορούσαμε ώστε το ψηφιακό πιστοποιητικό να περιέχει μόνον τις απόλυτα απαραίτητες πληροφορίες του φέροντος (ονοματεπώνυμο, ημερομηνία γέννησης και βεβαίωση κατάστασης Covid), να έχει διάρκεια μόνο ενός έτους και να είναι όσο το δυνατόν πιο ασφαλές απέναντι σε περιπτώσεις πλαστογραφίας. 

Ήταν απαραίτητο, για να διευκολυνθούν οι μετακινήσεις στην Ευρώπη, να τονωθεί η αγορά, να πάρουμε μια γεύση επιπλέον από λίγη «κανονικότητα»; Ναι, ήταν. Υπάρχουν κίνδυνοι για τα προσωπικά δεδομένα; Κατά την άποψή μου, ναι, αλλά φροντίσαμε, με τη νομοθέτηση ορίων και δικλείδων ασφαλείας να είναι μειωμένοι στο απολύτως ελάχιστο, στατιστικά μηδενικοί. 

Ποιοι είναι οι στόχοι σας για μία καλύτερη Ευρώπη στο μέλλον;

Το αρχικό όραμα της Ενωμένης Ευρώπης ήταν να οδηγηθούμε σε ένα τέτοιο επίπεδο σύμπνοιας και συνεννόησης ώστε τα συμφέροντα του καθενός από τα κράτη μέλη ξεχωριστά να μην είναι ισχυρότερα από το συλλογικό συμφέρον της Ένωσης, για κανέναν, από το ασθενέστερο μέλος μέχρι τη Γερμανία… Αυτό δεν το έχουμε πετύχει. Για την ακρίβεια, έχουμε προχωρήσει ελάχιστα πέρα από την τελωνειακή και νομισματική ένωση που μας έφερε εξ αρχής εγγύτερα. 

Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ε.Ε δημιουργήθηκε πάνω στις θεμελιώδεις αξίες της Δημοκρατίας, της Αλληλεγγύης, της Ισότητας, της Ισονομίας, του Σεβασμού απέναντι στο Κράτος Δικαίου, τις Πολιτικές Ελευθερίες και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, της Ελευθερίας του Τύπου… Είναι κάπως πρωθύστερο να μιλάμε, λ.χ., για Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση τη στιγμή που αυτές οι θεμελιώδεις, υποτιθέμενα συνεκτικές αξίες αμφισβητούνται καθημερινά στην πράξη, όλο και πιο έντονα. 

Τα παραδείγματα για τα παραπάνω δυστυχώς πλεονάζουν, στα περισσότερα Κράτη-Μέλη, χωρίς δυστυχώς να εξαιρείται η Ελλάδα. Το πρώτο βήμα λοιπόν, ο βραχυπρόθεσμος θα λέγαμε στόχος της Αριστεράς για το μέλλον του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος είναι η διαφύλαξη των κεκτημένων και η ανατροπή αυτής της καταστροφικής τάσης αμφισβήτησης και αποδόμησής τους, στόχος που συνεπικουρείται από σχεδόν ολόκληρο το πολιτικό φάσμα των εκλεγμένων αντιπροσώπων των Ευρωπαίων πολιτών. 

Ένα μήνυμα για τους SuperGreeks του εξωτερικού;

Οι Έλληνες του εξωτερικού, ειδικά οι νέοι άνθρωποι που κομίζουν καινοτόμες ιδέες, αστείρευτη ενέργεια και παραγωγικό δυναμικό στις χώρες που αποφάσισαν να μετοικήσουν (οι ίδιοι ή οι οικογένειές τους, στο πρόσφατο ή μακρινό παρελθόν) είναι ένα ανυπολόγιστο κεφάλαιο για τη χώρα μας. 

Θα ήθελα να δω περισσότερα πραγματικά κίνητρα, ώστε αν κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους έχουν την πρόθεση να επιστρέψουν – ή να μετοικήσουν για πρώτη φορά στην πρώτη πατρίδα τους – να μπορούν να το κάνουν χωρίς να έχουν την νοσταλγία ως μοναδική αιτιολογία.

Διαβάστε επίσης

Αφήστε μια απάντηση

Copyright © 2024 · #SuperGreeks · Web Design & Development by SuperGreeks