Τα εργασιακά δικαιώματα στη Γερμανία
Ψάχνεις για δουλειά στη Γερμανία;
Μία χώρα που στη συνείδηση όλων των ανθρώπων έχει κανόνες, οι οποίοι εφαρμόζονται καθημερινά από όλους, χωρίς εξαιρέσεις, είναι η Γερμανία. Αυτό μπορεί να ισχύσει από την ανακύκλωση και το περπάτημα πεζών στον ποδηλατικό χώρο μέχρι και τα εργασιακά δικαιώματα. Για πολλά χρόνια, η Γερμανία έχει δημιουργήσει ένα ισχυρό “συμβόλαιο” για την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζόμενων από τα αφεντικά τους αλλά και για να υπάρχει δίκαιη και ίση μεταχείριση των υπαλλήλων.
Οι μέρες και οι ώρες εργασίας
Στη Γερμανία οι μέρες εργασίας είναι έξι, από τη Δευτέρα μέχρι το Σάββατο και οι εργαζόμενοι επιτρέπεται να βρίσκονται στη δουλειά τους έως και 8 ώρες την ημέρα (κατά συνέπεια 48 ώρες την εβδομάδα). Αυτό το όριο των ωρών μπορεί να ξεπεραστεί μόνο υπό συγκεκριμένες συνθήκες και εξαιρέσεις, όπως μπορεί να συμβεί με τα επαγγέλματα που βρίσκονται στην υπηρεσία του πολίτη (ιατρικό, νοσηλευτικό προσωπικό, αστυνομία, πυροσβεστική κλπ).
Αξίζει να σημειωθεί οτι η εργασία μπορεί να πάρει παράταση μέχρι τις 10 ώρες την ημέρα και απαγορεύεται την Κυριακή και τις αργίες. Σε περίπτωση που κάποιος άνθρωπος πρέπει να εργαστεί τότε, ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να δώσει άδεια εντός δύο εβδομάδων ή οκτώ εβδομάδων στην περίπτωση εργασίας σε αργίες.
Η νυχτερινή εργασία επιτρέπεται μόνο για οκτώ ώρες την ημέρα. Επιπλέον, η εφημερία που απαιτεί την παρουσία του εργαζομένου στο χώρο εργασίας υπολογίζεται επίσης ως χρόνος εργασίας και σε ορισμένες περιπτώσεις ως υπερωρίες. Η εφημερία με τη μορφή διαρκούς διαθεσιμότητας, για παράδειγμα η εργασία σε αναμονή, από την άλλη πλευρά, δεν υπολογίζεται ως χρόνος εργασίας.
Όσον αφορά τα διαλείμματα πρέπει να επισημανθεί οτι για μία εργασία που ξεπερνά τις 6 ώρες την ημέρα, ο εργαζόμενος/η δικαιούται διάλειμμα 30 λεπτών που μπορεί να χωριστεί στα δύο. Στην περίπτωση μιας εργάσιμης ημέρας άνω των εννέα ωρών απαιτείται διάλειμμα 45 λεπτών μετά το πέρας του εξάωρου και αφού ολοκληρωθεί η ημερήσια εργασία πρέπει να υπάρχει αδιάκοπη περίοδος ανάπαυσης τουλάχιστον 11 ωρών.
Μισθός
Από την 1η Ιανουαρίου 2020 ο κατώτατος μισθός στη Γερμανία είναι 9,35 ευρώ την ώρα και όποια σύμβαση εργασίας έχει πρόσληψη με μισθό κάτω από το συγκεκριμένο ποσό θεωρείται άκυρη. Επιπλέον, μπορούν να επιβληθούν πρόστιμα έως και 500.000 ευρώ. Ωστόσο, ο κατώτατος μισθός δεν ισχύει για τα άτομα που κάνουν την εκπαίδευσή τους ή για όσους και όσες βρίσκονται σε πρακτική άσκηση μέσω του πανεπιστημίου τους.
Εάν δεν καταβληθεί ο κατώτατος μισθός, οι εργαζόμενοι/ες έχουν τη δυνατότητα διεκδίκησης τους από τους εργοδότες. Στην περίπτωση των εργολάβων μάλιστα μπορούν να κινηθούν και εναντίον της εργοληπτικής εταιρείας.
Σχετικά με τα μπόνους, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός διαφορετικών τύπων στη Γερμανία. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν στοιχεία όπως πρόσθετη αμοιβή, προμήθεια κατανομής κερδών, κίνητρα και επιδόματα προσωπικού. Η συμπληρωματική αμοιβή μάλιστα μπορεί να αφορά ένα επιπλέον ποσό λόγω ιδιαίτερων δυσκολιών στη δουλειά, νυχτερινή εργασία ή δουλειά τις Κυριακές και τις αργίες.
Σημαντικό κεφάλαιο στις αμοιβές όμως είναι και οι περιπτώσεις ασθένειας. Ένας εργαζόμενος μπορεί να απουσιάσει από την εργασία του για κάποιο σωματικό, ψυχολογικό ζήτημα ή πρόβλημα ασθένειας. Το μόνο που αρκεί είναι να ενημερώσει έγκαιρα το αφεντικό του και σε περίπτωση που χρειαστεί να απουσιάσει για διάστημα μεγαλύτερο των τριών ημερών, πρέπει να προσκομίσει χαρτί γιατρού. Επιπλέον για ένα διάστημα έξι εβδομάδων ο εργαζόμενος δικαιούται το 100% του μισθού του, που αναφέρεται στη σύμβαση που έχει υπογράψει.
Σε περίπτωση που ο εργαζόμενος νοσήσει ξανά από την ίδια ασθένεια, η περίοδος των έξι εβδομάδων αρχίζει μετά από έξι μήνες από το τέλος της τελευταίας αναρρωτικής άδειας ή εάν έχει περάσει ένας χρόνος από την έναρξη της πρώτης αναρρωτικής άδειας. Αν η αναρρωτική άδεια είναι για νέα ασθένεια, τότε οι έξι εβδομάδες αρχίζουν άμεσα. Μετά το πέρας αυτών των εβδομάδων, οι εργαζόμενοι δικαιούνται επίδομα ασθενείας, που ανέρχεται στο 70% της κανονικής αμοιβής ενός εργαζομένου. Η μέγιστη περίοδος πληρωμής αυτού του επιδόματος είναι 78 εβδομάδες.
Γονική άδεια
Βάσει των γερμανικών νόμων, μία έγκυος γυναίκα δεν υποχρεούται να εργαστεί καθόλου τις τελευταίες έξι εβδομάδες, πριν την προγραμματισμένη γέννα, και οκτώ εβδομάδες μετά από αυτή. Επιπλέον, σε περιπτώσεις δύσκολης εγκυμοσύνης που τίθεται σε κίνδυνο η ζωή της μέλλουσας μητέρας και του παιδιού, η άδεια εγκυμοσύνης μπορεί να ξεκινήσει νωρίτερα (ατομική περίοδος προστασίας της μητρότητας). Επιπλέον κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και για διάστημα έως και τέσσερις μήνες μετά τον τοκετό είναι παράνομη η απόλυση της γυναίκας και μπορεί να προσφύγει στα δικαστήρια. Η μόνη εξαίρεση είναι αν εξαιτίας της κλείσει ολόκληρη η επιχείρηση.
Και οι δύο γονείς έχουν δικαίωμα γονικής άδειας μέχρι το παιδί να φτάσει τριών ετών. Την άδεια μπορούν να την πάρουν μαζί ή χωριστά. Στη Γερμανία, κάθε μητέρα ή πατέρας που βρίσκεται σε σύμβαση εργασίας μπορεί να υποβάλει αίτηση για γονική άδεια. Ο αιτών όμως πρέπει να είναι υπάλληλος και να έχει γερμανική σύμβαση εργασίας. Αυτό ισχύει επίσης για τους εργαζόμενους με συμβάσεις περιορισμένου χρόνου, συμβάσεις μερικής απασχόλησης και οριακή απασχόληση, καθώς και για μαθητευόμενους σε εταιρείες.
Από τον Ιούλιο του 2015 οι εργαζόμενοι που έγιναν γονείς έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν το γονικό επίδομα από την κυβέρνηση για περίοδο έως 24 μηνών ή, εάν και τα δύο οι γονείς αποφασίζουν να πάρουν γονική άδεια, το γονικό επίδομα μπορεί να μοιραστεί μεταξύ των γονέων για περίοδο έως και 28 μήνες.
Κατά τη διάρκεια της γονικής άδειας, οι εργοδότες δεν υποχρεούνται να καταβάλλουν τον μισθό του εργαζομένου. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτής της άδειας, οι εργαζόμενοι ενδέχεται να δικαιούνται γονικές παροχές που παρέχονται από το κράτος. Σύμφωνα με τη γερμανική νομοθεσία, οι γονικές παροχές ανέρχονται στο 67% του μέσου εισοδήματος του εργαζομένου τους 12 μήνες πριν από τη γέννηση του παιδιού. Δεν υπάρχει όριο εισοδήματος, αλλά το μέγιστο ποσό γονικών παροχών είναι 1.800 ευρώ και το ελάχιστο ποσό είναι 300 ευρώ. Οι γονείς δικαιούνται γονικές παροχές για 14 μήνες από την ημερομηνία γέννησης του παιδιού. Ένας γονέας μπορεί να λάβει τα γονικά επιδόματα μόνο για 12 μήνες.
Οι πολίτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ισλανδίας, του Λιχτενστάιν, της Νορβηγίας και της Ελβετίας μπορούν να λάβουν γονικές παροχές εάν ζουν και εργάζονται στη Γερμανία.
Διακοπές και Εργασία
Βάσει νομοθεσίας, οι ελάχιστες μέρες που οι εργαζόμενοι δικαιούνται διακοπές είναι 24 μέρες το χρόνο, αλλά συνήθως οι εργοδότες μπορεί να δώσουν από 25 έως 30 μέρες. Οι ελάχιστες μέρες που δίνονται ως άδεια αφορούν την εξαήμερη εργασία. Ωστόσο στη Γερμανία υπάρχει μια διάκριση μεταξύ εργάσιμων ημερών (Werktage) και ημερών γραφείου (Arbeitstage). Δεδομένου ότι οι ημέρες γραφείου είναι γενικά μόνο από Δευτέρα έως Παρασκευή, οι ελάχιστες διακοπές τεσσάρων εβδομάδων ανέρχονται σε 20 ημέρες γραφείου.
Για να λάβει ένας εργαζόμενος άδεια διακοπών πρέπει να καταθέσει γραπτή αίτηση η οποία μπορεί να μη γίνει αποδεκτή από το αφεντικό του μόνο σε περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης εργασίας ή επειδή οι αιτήσεις διακοπών άλλων εργαζομένων έχουν υψηλότερη προτεραιότητα. Επιπλέον ένας εργαζόμενος δε δικαιούται άδεια διακοπών αν είχε πάρει στην προηγούμενη δουλειά του το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Το δικαίωμα στη συγκεκριμένη άδεια το αποκτά κάποιος αν έχει δουλέψει για τουλάχιστον 6 μήνες, στην εργασία που ζητά την άδεια. Εάν ο εργαζόμενος απολυθεί πριν από τη λήξη αυτών των έξι μηνών ή εντός του πρώτου εξαμήνου ενός ημερολογιακού έτους, ο εργαζόμενος θα δικαιούται μόνο το 1/12 του ετήσιου δικαιώματος διακοπών για κάθε μήνα της εργασιακής σχέσης. Σε περίπτωση τερματισμού μετά τους πρώτους έξι μήνες και εντός του δεύτερου εξαμήνου του ημερολογιακού έτους, ο εργαζόμενος θα δικαιούται τις πλήρεις ετήσιες διακοπές.
Αξίζει να σημειωθεί οτι στις διακοπές οι εργαζόμενοι δικαιούνται ολόκληρη την αμοιβή τους και συνήθως οι εργοδότες μπορεί να δώσουν και έξτρα χρήματα, ως εθελοντικό επίδομα προσωπικού.
Προστασία κατά των διακρίσεων
Στη Γερμανία υπάρχει εργασιακός νόμος που απαγορεύει τις διακρίσεις στην πρόσληψη και την αντιμετώπιση ενός υπαλλήλου λόγω συγκεκριμένων χαρακτηριστικών του. Ο νόμος για την Ίση Μεταχείριση (AGG) συμπεριλαμβάνει χαρακτηριστικά που αφορούν την ηλικία, κάποια μορφή αναπηρίας, τη φυλή, τη θρησκεία, το φύλο και το σεξουαλικός προσανατολισμός. Επιπλέον, είτε συμπεριλαμβάνεται είτε όχι σε ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά, στη Γερμανία βάσει νόμου οι οι διακρίσεις και η σεξουαλική παρενόχληση εξακολουθούν να απαγορεύονται γενικά.
Οι διακρίσεις μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη αφορά τις άμεσες, δηλαδή αν ένα άτομο αντιμετωπίζεται μη ευνοϊκά λόγω ενός χαρακτηριστικού που προστατεύεται από την AGG και η συμπεριφορά αυτή δεν μπορεί να αιτιολογηθεί. Δεύτερον η έμμεση διάκριση αφορά την εφαρμογή πολιτικής, κριτηρίου ή πρακτικής σε όλα τα άτομα μιας ομάδας, η οποία μειώνει δυσανάλογα τα άτομα με ένα χαρακτηριστικό που προστατεύεται από την AGG. Τέλος υπάρχει και η εξαπάτηση που μπορεί να ισχύσει σε περιπτώσεις ποινών ή και απόλυσης για ένα άτομο που προστατεύεται από την AGG και έχει υποβάλει παράπονο διάκρισης. Αξίζει να επισημανθεί βέβαια οτι εάν η συμπεριφορά του εργοδότη μπορεί να αιτιολογηθεί πιστικά, τότε δεν αποτελεί διάκριση.
Διαβάστε επίσης για το εργασιακό σύστημα στο Βέλγιο